ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΟΝΙΜΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ
ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ
ΠΡΟΣ
Τον εκδότη-δ/ντή της εφημερίδας «Αυριανή» κο Γ. Τσιρογιάννη
Κε Τσιρογιάννη
Την Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010, δημοσιεύθηκε στην σελίδα 4 της εφημερίδας σας ένα ψευδές όσον αφορά στα στοιχεία του, αλλά και προβοκατόρικο όσον αφορά στις κρίσεις και τις στοχεύσεις του «ρεπορτάζ» με τίτλο «Αύξησαν τα εισοδήματά τους οι υπάλληλοι της Γεν.Γραμματείας» (εννοώντας την γ.γ. δια βίου μάθησης του Υπ. Παιδείας).
Σαν σύλλογος εργαζομένων, δεν έχουμε καμία πρόθεση να υπεισέλθουμε στην πολιτική γραμμή της εφημερίδας σας. Πρέπει όμως να προστατεύσουμε την αξιοπρέπειά μας και την αλήθεια, αλλά και την υποχρέωση του σεβασμού που οφείλει η κάθε εφημερίδα στους αναγνώστες της. Οι πάρα-πάνω αξίες προσβάλλονται βάναυσα από τον συντάκτη του εν λόγω άθλιου και ανυπόγραφου κειμένου που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα σας, για τους λόγους που θα εξηγήσουμε εν συντομία πάρα-κάτω. Εμείς κε Τσιρογιάννη θα θέλαμε να δημοσιευθεί το όνομα αυτού του συντάκτη - που δεν πήρε κανένα τηλέφωνο ούτε σε μόνιμο ούτε σε συμβασιούχο υπάλληλο της υπηρεσίας μας για να διασταυρώσει τα στοιχεία του και να θεμελιώσει τις κρίσεις του- , πιστεύοντας ότι και εσείς από την πλευρά σας θα κινηθείτε για να προστατεύσετε το κύρος της εφημερίδας σας.
Επί της ουσίας τώρα:
Δημόσιος και ιδιωτικός χαρακτήρας της δια βίου μάθησης
Θα χρειαζόμασταν πολύ χώρο για να σας εξιστορήσουμε την πορεία της-οργανωμένης επίσημα- εκπαίδευσης ενηλίκων στη χώρα μας, αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος του παρόντος κειμένου. Απλώς –για να αναδείξουμε ένα βασικό πολιτικό χαρακτηριστικό αυτής της πορείας και για να δούμε επίσης τις ενδεχόμενες πολιτικές παρενέργειες ενός τέτοιου ρυπαρογραφήματος-, θα αναφέρουμε τα εξής: Από την πρώτη περίοδο της Λαϊκής Επιμόρφωσης, -[ περίοδο που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «ρομαντική» ή περίοδο του «εθελοντισμού», κατά την οποία αναπτύχθηκαν τα θεωρητικά και τα πρώτα οργανωτικά εργαλεία μαθησιακής (εκπαιδευτικής και πολιτισμικής) παρέμβασης σε ενηλίκους, με βάση την ανίχνευση των κοινωνικών αναγκών και την «παθιασμένη» επιμορφωτική δουλειά κοινωνικών στελεχών της Λαϊκής Επιμόρφωσης σε περιοχές, άτομα και κοινωνικές ομάδες στις οποίες δεν μπορούσε μέχρι τότε να διεισδύσει κανένας εκπαιδευτικός φορέας (π.χ. αναλφάβητοι, φυλακισμένοι, τσιγγάνοι, Πόντιοι, μουσουλμάνοι, αλλοδαποί, απομονωμένες αγροτικές κοινότητες κ.λ.π.)]- μέχρι σήμερα, έχει κυλίσει «πολύ νερό στο αυλάκι» των εξελίξεων στην επιμόρφωση και εκπαίδευση ενηλίκων στον τόπο μας. Η κύρια τροπή κατά τη γνώμη μας σε αυτές τις εξελίξεις, ήταν η σταδιακή υποβάθμιση έως εξαφάνιση του δημόσιου τομέα ως τομέα άμεσης κοινωνικής δράσης στο πεδίο της επιμόρφωσης-εκπαίδευσης ενηλίκων και η αντίστοιχη εισβολή του ιδιωτικού τομέα, κυρίως με τα ιδιωτικά Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ) και τα ιδιωτικά Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης . Το βασικό επιχείρημα που οδήγησε σε αυτήν την πορεία, ήταν ότι η Ε.Ε. δεν δεχόταν να χρηματοδοτεί άμεσα τον «αμιγώς» δημόσιο τομέα στο επίπεδο της επιμόρφωσης-εκπαίδευσης. Έτσι, αντί να αναπτυχθούν οι αντίστοιχες υποδομές δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα με βάση μια ενιαία και επεξεργασμένη στρατηγική δια βίου μάθησης την οποία είχε ανάγκη η Ελληνική κοινωνία (δρομολόγιο το οποίο έχουν ακολουθήσει όλες οι αναπτυγμένες Ευρωπαϊκές χώρες όπως Γερμανία, Αγγλία, Σουηδία κ.λ.π), αναπτύχθηκαν άναρχα και με ασύλληπτα πολλαπλάσιο-σε σχέση με την δημόσια εκπαίδευση ενηλίκων- επιμορφωτικό και εκπαιδευτικό χρηματικό κόστος για την Ε.Ε. και τη χώρα, οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί φορείς και οι υποδομές τους.(Τα πρώτα ιδιωτικά ΚΕΚ , πραγματοποιούσαν-τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας τους- προγράμματα ίδιας έκτασης και περιεχομένου με αυτά της δημόσιας Λαϊκής Επιμόρφωσης, με την μόνη διαφορά ότι τα χρέωναν τουλάχιστον 20 φορές ακριβότερα από ότι οι παλιές ΝΕΛΕ).Από τότε, το κριτήριο της έντασης της απορρόφησης Ευρωπαϊκών κονδυλίων, κυριάρχησε απολύτως και άκριτα, απέναντι σε ενδεχόμενα ποιοτικά κριτήρια ,τα οποία θα ανταποκρίνονταν στις πραγματικές ανάγκες της Ελληνικής κοινωνίας. Απλά ας σκεφτούμε σαν παράδειγμα, πόσα επιμορφωτικά προγράμματα έγιναν -αυτήν την περίοδο της επέλασης του ιδιωτικού τομέα στην δια βίου μάθηση- για την Ελληνική γλώσσα και τον Ελληνικό πολιτισμό σε αλλοδαπούς, και πόσα για «εκπαίδευση στελεχών ραδιοφωνίας».Ας σκεφτούμε επίσης τι θα απομείνει από δομές και υποδομές του εμπλεκόμενου με την δια βίου μάθηση στη χώρα ιδιωτικού τομέα, όταν θα σταματήσει εντελώς (πράγμα που αναμένεται) η ροή κοινοτικής χρηματοδότησης . Μήπως απολύτως τίποτε?
Κατά τη γνώμη μας κε Τσιρογιάννη,
εκεί (δηλ. στους ιδιωτικούς επιμορφωτικούς φορείς και στη διαπλοκή τους με την εκάστοτε πολιτική και διοικητική εξουσία) θα έπρεπε να αναζητήσει ο περίεργος συντάκτης του εν λόγω «ρεπορτάζ», ή ο ερωτών βουλευτής, τα όποια «πάρτυ» των «ημετέρων», και οπωσδήποτε όχι στο πιο οργανωμένο και ελεγχόμενο σήμερα κομμάτι παραγωγής σημαντικού εκπαιδευτικού έργου με ευρύτατο κοινωνικό χαρακτήρα που είναι το ΙΔΕΚΕ., συκοφαντώντας παράλληλα και τους πιο χαμηλόμισθους υπάλληλους του δημόσιου τομέα (δηλ. τους διοικητικούς υπαλλήλους της Γ.Γ.Δ.Β.Μ.)
Γιατί όμως μια τέτοιου είδους σοβαρή έρευνα δεν έγινε ποτέ?
Διαπιστώσεις….
Όσον αφορά στη σημερινή κατάσταση, ο νέος νόμος για τη δια βίου μάθηση στη χώρα, δείχνει να αναγνωρίζει το πρόβλημα του απίστευτου ορυμαγδού που υπάρχει σε αυτό το πεδίο, της πολυδιάσπασης και της έλλειψης μιας στοιχειώδους πολιτικής στρατηγικής και ενός επιτελικού κέντρου, την έλλειψη απαραίτητων συντονισμένων κεντρικών οργανωτικών, εκτελεστικών και ελεγκτικών λειτουργιών, καθώς και την έλλειψη των αντίστοιχων δημόσιων κεντρικών δομών. Οι πραγματικές πολιτικές στρατηγικές και κατευθύνσεις ή η ανυπαρξία τους όμως, θα φανούν από τον τρόπο εφαρμογής του νέου νόμου και του συντονισμού ολόκληρου του πεδίου της δια βίου μάθησης στην πράξη (δηλ. θα φανούν στους καινούργιους οργανισμούς και κανονισμούς λειτουργίας όλων των φορέων της δια βίου μάθησης, και κυρίως στον ενιαίο σχεδιασμό, στην καθοδήγηση και στον συντονισμό τους) και όχι από εκθέσεις ιδεών. Για παράδειγμα ποια θα είναι στην πράξη η σύνδεση μιας συνολικής πολιτικής για την δια βίου μάθηση με τις περιφέρειες και τους δήμους μετά τον «Καλλικράτη»?
Το πρόβλημα της επεξεργασίας ενιαίας, συγκεκριμένης, και εφαρμόσιμης πολιτικής δια βίου μάθησης στη χώρα επείγει, όπως πολύ καλά δείχνει κατά ένα μέρος και το πρόβλημα των μεταναστών στην πόλη της Αθήνας, το οποίο πυροδοτεί την κοινωνική αποδιάρθρωση στην πόλη.
Μετά από αυτά τα ελάχιστα, πλην αναγκαία για να γίνει αντιληπτό το στοιχειώδες περίγραμμα των ενδεχόμενων πολιτικών ερωτημάτων μέσα στο οποίο «έσκασε» το εν λόγω ρυπαρογράφημα, μπορούμε να σκιαγραφήσουμε κάποιες διαπιστώσεις, σχετιζόμενες με το πιο άμεσο θέμα της επιστολής-διαμαρτυρίας μας..
1ον. Η Γ.Γ. δια βίου μάθησης είναι το μοναδικό θεσμικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο θα μπορούσε να αναπτυχθεί ο στρατηγικός προσανατολισμός, ο επιτελικός συντονισμός, ο έλεγχος και η ανάπτυξη της δια βίου μάθησης στη χώρα, απέναντι στον αυτοκαθοριζόμενο από επί μέρους βουλήσεις και συμφέροντα πολυδιασπασμένο αχταρμά που υφίσταται σήμερα, σε αυτό το τόσο ζωτικό πεδίο άσκησης κοινωνικής πολιτικής για τη χώρα.
2ον. Σε σχέση με τον σημαντικό ρόλο που με τον νέο νόμο καλείται να παίξει σήμερα η Γενική Γραμματεία Δια Βίου Μάθησης, ο υπάρχων οργανισμός της είναι παντελώς εκτός τόπου και χρόνου και το προσωπικό των μονίμων υπαλλήλων σε αυτή, αριθμητικά ανεπαρκέστατο.
3ον. Το ότι ο ανεκδιήγητος Γενικός Γραμματέας Τσαμαδιάς απαξίωσε τους μόνιμους υπαλλήλους προτιμώντας να έχει επί χρόνια τους περισσότερους από αυτούς στο «ψυγείο» και χωρίς ουσιαστικό αντικείμενο εργασίας, ώστε να στήσει τον δικό του μηχανισμό προσλαμβάνοντας και χρησιμοποιώντας κυρίως συμβασιούχους στις ομάδες έργων του ΙΔΕΚΕ, καθόλου δεν σημαίνει ότι οι συμβασιούχοι αυτοί δεν είναι σήμερα χρήσιμοι ή ακόμη και απολύτως απαραίτητοι στο σχεδιασμό και την διοικητική διεκπεραίωση των έργων. Επίσης, καθόλου αυτά δεν σημαίνουν, ότι θα ήταν σωστή σήμερα μία απαξίωση του ΙΔΕΚΕ σαν απάντηση στις παλαιοκομματικές και κομματαρχικές λογικές του παρελθόντος.
4ον. Αντίθετα, το ΙΔΕΚΕ σήμερα, αντλώντας ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου κοινοτικά χρήματα, επιτελεί ανεκτίμητο ποιοτικό έργο προς την Ελληνική κοινωνία στο πλαίσιο αναντικατάστατων εκπαιδευτικών προγραμμάτων των οποίων μεγάλο μέρος (κυρίως αυτά που αφορούν σε αλλοδαπούς), είναι η αιχμή του δόρατος σε ζητήματα κοινωνικής συνοχής και μπορούν να αποτελέσουν μοντέλα για επέκταση σε δήμους όλης της χώρας, όπου υπάρχει ανάγκη. Τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, τα Κέντρα Επιμόρφωσης Ενηλίκων, η διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας και του Ελληνικού πολιτισμού καθώς και άλλα έργα εκπαίδευσης και κατάρτισης, δεν μπορούν να απαξιωθούν από κανένα «καλοθελητή».
5ον.Λόγω του ότι οι συμβασιούχοι του ΙΔΕΚΕ έχουν ήδη αποκομίσει μεγάλη εμπειρία στην εν γένει διαχείριση έργων της δια βίου μάθησης, διαθέτουν υψηλό επίπεδο προσόντων, καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του ΙΔΕΚΕ, και επίσης η εργασία τους έχει τα χαρακτηριστικά της «εξαρτημένης», πιστεύουμε ότι αποτελούν ήδη μία επένδυση στην πορεία της νέας συγκρότησης της υπηρεσίας μας, και ως εκ τούτου πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα της ενδεχόμενης μονιμοποίησής τους. Ουσιαστικά το ανεκδιήγητο ρυπαρογράφημα το οποίο αναφέραμε , μιλώντας προβοκατόρικα για δήθεν σκάνδαλο που θα πληρώσει ο Έλληνας φορολογούμενος λόγω της συμμετοχής των μονίμων υπαλλήλων στα έργα του ΙΔΕΚΕ, στρέφεται εναντίον των συμβασιούχων, γιατί η αλήθεια είναι ότι ο κάθε μόνιμος στοιχίζει το 1/5 του κόστους κάθε συμβασιούχου. Άρα-με βάση το βλακώδες και χονδροειδές επιχείρημα του συντάκτη της εφημερίδας- θα ήταν προς το συμφέρον των φορολογουμένων -και στην κατεύθυνση κάποιας «ορθολογικοποίησης»- να αντικατασταθούν όλοι οι συμβασιούχοι από μόνιμους (μεταταγμένους του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή άλλους), τους οποίους ούτως ή άλλως πληρώνει το δημόσιο. Το ποιοτικό κριτήριο όμως για την συγκεκριμένη εργασία που απαιτείται στο ΙΔΕΚΕ, ενώ επιβάλλει την παρουσία των μονίμων της Γ.Γ. για τη διασφάλιση της συνέχειας των έργων και της οικονομίας της υπηρεσίας προς το συμφέρον του φορολογούμενου, είναι απαγορευτικό για την παρουσία στο ΙΔΕΚΕ μη εξειδικευμένων και ακατάλληλων για το έργο της δια βίου μάθησης υπαλλήλων. Αυτό το κενό ποιότητας θα πρέπει να διασφαλίζεται σήμερα με τους συμβασιούχους και γι’ αυτό πιστεύουμε ότι αποτελούν επένδυση για το μέλλον της υπηρεσίας.(Σημ. Ο συντάκτης αναφέρει ότι απολύθηκαν από το ΙΔΕΚΕ οι συμβασιούχοι, ενώ η αλήθεια είναι ότι έληξε η σύμβαση μόνο των 7 από τους 65 συνολικά.).
6ον Οι διοικητικοί υπάλληλοι της Δια Βίου Μάθησης του Υπουργείου Παιδείας, είναι οι πλέον χαμηλόμισθοι υπάλληλοι του Υπουργείου Παιδείας και η αμοιβή τους αποτελεί τον «πάτο» των αμοιβών όλου του δημόσιου τομέα.
7ον Η απασχόληση στο έργο του ΙΔΕΚΕ πέραν του κανονικού ωραρίου των μονίμων, μηνιαία υπερβαίνει συχνά για τους περισσότερους όχι μόνο τις 30 ώρες που απαιτούνται για τα 400 ευρώ, αλλά και τις 35. Κάποιοι δε, υπερβαίνουν και τις 50 ώρες μηνιαία μερικές φορές. Το ότι ένας χτυπάει τις κάρτες όλων των άλλων (που γράφει το ρυπαρογράφημα), δεν είναι απλώς ρουφιανιά, είναι προβοκάτσια αρρώστου ανθρώπου. Επίσης, η συντριπτική πλειοψηφία των μονίμων παίρνει για το παραπανίσιο αυτό έργο και για αυτές τις παραπανίσιες ώρες 400 ευρώ, και λιγότεροι από 8 άτομα παίρνουν 800, ποσό το οποίο είναι και η οροφή. Προφανώς κανένας δεν παίρνει 1000 και 1500 ευρώ.
Θα θέλαμε βέβαια να έχουμε 50.000 ευρώ το μήνα ή 600.000 ευρώ τον χρόνο, για να τα δώσουμε στον συντάκτη της εφημερίδας για το γέλιο πού μας χάρισε, όταν υποστήριξε ότι τόσα παίρνουμε ως έξτρα αμοιβή. Δυστυχώς όμως!!! Αν ζούμε, θα τον σκεφτούμε με το εφ΄άπαξ.
8ον Κάποτε σε μία περιοχή των άνω Λιοσίων, κάποιοι εξαθλιωμένοι Αλβανοί έκλεβαν τη νύχτα τα απλωμένα για στέγνωμα ρούχα και εσώρουχα των επίσης εξαθλιωμένων τσιγγάνων της ίδιας περιοχής. Έτσι οι τσιγγάνοι πήραν τις καραμπίνες για να προστατέψουν τα σώβρακά τους από τους Αλβανούς. Στην περίπτωση μονίμων και συμβασιούχων της Γ.Γ.Δ.Β.Μ, δεν υπάρχει πραγματική αντίθεση (αυτή υπάρχει μόνο στο μυαλό του συντάκτη της εφημερίδας), επειδή δεν υπάρχει καν επίδικο αντικείμενο-όπως τα σώβρακα των τσιγγάνων στην άλλη περίπτωση-. Απλώς και οι δύο κατηγορίες υπαλλήλων, είμαστε-η κάθε μία με το πρόβλημά της- στα όρια της επιβίωσης. Έτσι ποτέ δεν θα μπορούσαν να είναι οι συμβασιούχοι του ΙΔΕΚΕ αντίπαλοί μας. Αντίπαλοί μας είναι οι διεθνείς τοκογλύφοι της προηγούμενης περιόδου της παγκόσμιας πιστωτικής επέκτασης και της σημερινής παγκόσμιας χρηματιστικής διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης, οι εκφραστές τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Δ.Ν.Τ., και οι πειθήνιοι υπάλληλοί τους στην κυβέρνηση και στη χώρα, οι οποίοι ισοπεδώνουν εργασιακά δικαιώματα που κατακτήθηκαν με αίμα από τους εργαζόμενους και μας σπρώχνουν στην οικονομική εξαθλίωση.
9ον. Προς επίρρωση των πάρα πάνω, επισυνάπτουμε και την ανακοίνωση του συλλόγου των συμβασιούχων του Ι.Δ.ΕΚ.Ε (τους οποίους δήθεν επιχειρεί να στηρίξει ο συντάκτης, ενώ πασιφανώς οι σκοποί του είναι αλλότριοι} , όπου καταγγέλλεται το ρυπαρογράφημα ως ψευδές και αναφερόμενο σε «στοιχεία» που δεν έχουν καμία σχέση ούτε με τους ίδιους, ούτε με την πραγματικότητα.
10ον και τελευταίον(προς τον συντάκτη του άθλιου ρυπαρογραφήματος ): Δεν ξέρουμε αν μας φαίνεται, αλλά πάντως κύριε συντάκτα του ρυπαρογραφήματος και φωστήρα της δημοσιογραφίας, ΔΕΝ ΗΜΑΣΤΕ ΗΜΕΤΕΡΟΙ ΚΑΝΕΝΟΣ!!!
Αθήνα 20-12-2010
Για το Δ.Σ. του συλλόγου των μονίμων υπαλλήλων της Γ.Γ.Δ.Β.Μ.
Ο πρόεδρος
Θ. Μολυβιάτης-Σταματούκος
Ο αναπλ. γραμματέας
Θ. Μανώλης